Ταξίδι αυτογνωσίας
Υπάρχουν μερικά βιβλία που περνούν πολλές φορές απαρατήρητα, χωμένα σε κάποιο ψηλό ράφι που σπάνια ο αναγνώστης θα τα ανακαλύψει, σπάνια ο βιβλιοπώλης θα τα προτείνει, ακόμη πιο σπάνια θα διαβάσει κανείς γι’ αυτά στα έντυπα. Μερικά έχουν την τύχη να πέσουν στα χέρια μας και να τα απολαύσουμε και να βρεθούμε στην ευχάριστη θέση να τα συστήσουμε. Βαθύτατα υποκειμενικός, κι αυτό διότι μ’ αρέσουν αυτού του είδους τα βιβλία (και όχι μόνο βέβαια αυτού του είδους), αναφέρομαι στο βιβλίο του Βλάσση Τρεχλή «Ταξίδι στη λευκή θάλασσα» από τις εκδόσεις Αρμός. Εκ πρώτης όψεως νομίζεις ότι έχει να κάνει με θαλασσινή περιπέτεια ή με ιστορικό μυθιστόρημα, γρήγορα όμως ανακαλύπτεις ότι η υπόθεση ξεφεύγει από αυτά τα στενά πλαίσια και ανοίγεται σε μεγαλύτερα ταξίδια της ψυχής του ανθρώπου και της αυτογνωσίας. Ο Τρεχλής, μέσω του ήρωά του, του καπετάνιου Ώρου, ο οποίος έχει στα χέρια του έναν χάρτη χιλίων ετών, ψάχνει το απάνεμο λιμάνι και ψάχνοντάς το μας μεταφέρει σε ταξίδια όπου το παραμύθι παίζει με το αλληγορικό στοιχείο και η περιπέτεια με πανάρχαια υπαρξιακά ερωτήματα. Γραμμένο στρωτά και γλαφυρά ακολουθεί τον παραδοσιακό τρόπο αφήγησης που μπορεί σε ορισμένες στιγμές να βαραίνει από αναφορές αλλά σίγουρα τις περισσότερες σε ταξιδεύει μαζί του. Μια απορία: Με τι σκεπτικό άραγε διάλεξε το πολυτονικό ο συγγραφέας; Δεν πιστεύω ότι αυτό δίνει μεγαλύτερη πειστικότητα στη γραφή και στην ιστορία του. Τώρα πλέον αυτό δείχνει μάλλον εκκεντρικότητα. Σε κάθε περίπτωση πάντως ένα θαυμάσιο βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.
Παραθέτω το κείμενο από το οπισθόφυλλο του βιβλίου.
«Φανταζόταν την πόλη του Ώρου να είναι χτισμένη σε μια γλυκιά πλαγιά, με όμορφα χρωματισμένα σπίτια, αγκαλιασμένα με γιασεμιά, με πέτρινα καλντερίμια και βρύσες στολισμένες με φιλόξενους στίχους για να ξεδιψούν το νου του ταξιδευτή. Με το καρνάγιο σε μιαν άκρη της παραλίας γεμάτο κόσμο. Και τα χέρια των τεχνιτών να δουλεύουν κάτω από τα μάτια των νοικοκυραίων και να μοσχομυρίζουν από το άρωμα του φρεσκοκομμένου πεύκου και του κυπαρισσιού. Έβλεπε ακόμα μπροστά του την αγορά, με τους ανθρώπους ν' ανταλλάσσουν τις απόψεις τους τις ώρες της σχόλης…»