Με δύναμη εν αναμονή...
Περιμένοντας τις "βιβλιοφαγικές" διαδικασίες της νέας περιόδου, που προβλέπεται τουλάχιστον καταιγιστική, δημοσιεύω εδώ το κριτικό σημείωμα μιας φίλης που μου έστειλε με μέιλ λίγο καιρό πριν. Αφορά το πολυσυζητημένο, και στο εξωτερικό όπου ζει ο συγγραφέας, "Λαβύρινθο" του Πάνου Καρνέζη, στην Ελλάδα από τις εκδόσεις "Ελληνικά Γράμματα" το 2004.
«Το βιβλίο αφορά το οδοιπορικό της επιστροφής μιας μεραρχίας από την εκστρατεία της στη Μικρά Ασία μετά την καταστροφή του 1922. Παρακολουθούμε στιγμιότυπα της κοινής ζωής καθώς οι φαντάροι αναζητούν τον δρόμο για να φτάσουν στη θάλασσα και να επιστρέψουν στην πατρίδα. Λεπτομερείς περιγραφές μας κάνουν να θαυμάζουμε τη σοβαρή έρευνα που σίγουρα προϋπήρξε της συγγραφής. Θαυμάσιοι ήρωες, που ξεφεύγουν οι περισσότεροι από τα συνηθισμένα κλισέ και πάντοτε συνεπείς με τον εαυτό τους. Άλλοι σκιαγραφημένοι με περισσότερο βάθος, άλλοι με πιο απλές μολυβιές διαθέτουν χιούμορ και ανατρεπτικό λόγο. Το έξυπμο όμως χιούμορ των διαλόγων τους δεν διαφοροποιείται από πρόσωπο σε πρόσωπο με αποτέλεσμα να δίνεται η εντύπωση ότι όλοι μιλούν τη γλώσσα του συγγραφέα τους. Αλλά η μαστοριά της αφήγησης σε συνεπαίρνει και αυτό είναι το μεγάλο κέρδος. Του λείπει όμως μια κεντρική ραχοκοκαλιά ενώ η παντελής αποστασιοποίηση των ηρώων κάνει τον αναγνώστη να μη μπορεί ενδιαφερθεί πραγματικά για τους ήρωες. Παρόλα αυτά δυο από αυτούς, ο συνταγματάρχης Νέστωρ και ο παπα Συμεών ξεχωρίζουν. Οι παράλληλες ιστορίες που εκτυλίσσονται διαθέτουν την προσωπική τους γοητεία σαν αυτόνομες, περιγραμμένες με χιούμορ και ανατρεπτικό λόγο χρησιμοποιώντας την τεχνική του θρίλερ αλλά παραμένουν πάντα ανεξάρτητες ιστορίες. Αυτό θυμίζει έντονα το παρελθόν του συγγραφέα ως διηγηματογράφου. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το έργο αποτελεί μια συρραφή ιστοριών που δεν ευτύχησαν να γίνουν ενιαίο σύνολο. Δείχνουν όμως ?σαν πρώτο μυθιστόρημα του συγγραφέα- τη δυνατότητά του να γράψει ένα επόμενο άρτιο μυθιστόρημα αν δεν χαλαρώσει την αφήγησή του. Κλείνοντας θα λέγαμε ότι το βιβλίο διαθέτει, παρόλες τις επιμέρους ατέλειες, μεγάλη περιγραφική δύναμη, η οποία δεν βρίσκεται εύκολα στα σύγχρονα ελληνικά μυθιστορήματα που συνήθως σφύζουν από χαλαρότητα και ανούσιες λεπτομέρειες. Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.»
Εγώ θα προσθέσω μόνο το κείμενο από το οπισθόφυλλο του βιβλίου ως είθισται.
"Σεπτέμβριος του 1922, κι ενώ ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός εγκαταλείπει τη Μικρασία, μια αποδεκατισμένη μεραρχία χάνει το δρόμο της και περιπλανιέται στην έρημο της Ανατολίας. Καθώς οι ελπίδες για σωτηρία λιγοστεύουν και το ηθικό των στρατιωτών χειροτερεύει, ο ηλικιωμένος διοικητής τους πενθεί ακόμα το θάνατο της συζύγου του, ένα χρόνο νωρίτερα, και βρίσκει παρηγοριά στην αγάπη για τη μυθολογία και στον εθισμό στη μορφίνη. Μια σειρά από κλοπές μένουν ανεξιχνίαστες. Τα μυστηριώδη φεϊγβολάν που κατακρίνουν την εκστρατεία από την αρχή του πολέμου συνεχίζουν να διανέμονται. Κι οι σκέψεις όλων επιστρέφουν όλο και συχνότερα σε ένα ασυγχώρητο έγκλημα που διέπραξε πριν από καιρό η μεραρχία σε μια στιγμή άκρατης οργής. Η τύχη των περιπλανώμενων φαίνεται τελικά να αλλάζει μόλις φτάνουν σε μια μικρή πόλη που μοιάζει να μην την έχει αγγίξει ο πόλεμος. Αλλά η μεραρχία δεν έχει ξεφύγει από τις Ερινύες της. Κι αναπόφευκτα τις οδηγεί σε αυτόν τον επιφανειακά ειδυλλιακό τόπο, με μοιραίες συνέπειες για στρατιώτες και ντόπιους."
«Το βιβλίο αφορά το οδοιπορικό της επιστροφής μιας μεραρχίας από την εκστρατεία της στη Μικρά Ασία μετά την καταστροφή του 1922. Παρακολουθούμε στιγμιότυπα της κοινής ζωής καθώς οι φαντάροι αναζητούν τον δρόμο για να φτάσουν στη θάλασσα και να επιστρέψουν στην πατρίδα. Λεπτομερείς περιγραφές μας κάνουν να θαυμάζουμε τη σοβαρή έρευνα που σίγουρα προϋπήρξε της συγγραφής. Θαυμάσιοι ήρωες, που ξεφεύγουν οι περισσότεροι από τα συνηθισμένα κλισέ και πάντοτε συνεπείς με τον εαυτό τους. Άλλοι σκιαγραφημένοι με περισσότερο βάθος, άλλοι με πιο απλές μολυβιές διαθέτουν χιούμορ και ανατρεπτικό λόγο. Το έξυπμο όμως χιούμορ των διαλόγων τους δεν διαφοροποιείται από πρόσωπο σε πρόσωπο με αποτέλεσμα να δίνεται η εντύπωση ότι όλοι μιλούν τη γλώσσα του συγγραφέα τους. Αλλά η μαστοριά της αφήγησης σε συνεπαίρνει και αυτό είναι το μεγάλο κέρδος. Του λείπει όμως μια κεντρική ραχοκοκαλιά ενώ η παντελής αποστασιοποίηση των ηρώων κάνει τον αναγνώστη να μη μπορεί ενδιαφερθεί πραγματικά για τους ήρωες. Παρόλα αυτά δυο από αυτούς, ο συνταγματάρχης Νέστωρ και ο παπα Συμεών ξεχωρίζουν. Οι παράλληλες ιστορίες που εκτυλίσσονται διαθέτουν την προσωπική τους γοητεία σαν αυτόνομες, περιγραμμένες με χιούμορ και ανατρεπτικό λόγο χρησιμοποιώντας την τεχνική του θρίλερ αλλά παραμένουν πάντα ανεξάρτητες ιστορίες. Αυτό θυμίζει έντονα το παρελθόν του συγγραφέα ως διηγηματογράφου. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το έργο αποτελεί μια συρραφή ιστοριών που δεν ευτύχησαν να γίνουν ενιαίο σύνολο. Δείχνουν όμως ?σαν πρώτο μυθιστόρημα του συγγραφέα- τη δυνατότητά του να γράψει ένα επόμενο άρτιο μυθιστόρημα αν δεν χαλαρώσει την αφήγησή του. Κλείνοντας θα λέγαμε ότι το βιβλίο διαθέτει, παρόλες τις επιμέρους ατέλειες, μεγάλη περιγραφική δύναμη, η οποία δεν βρίσκεται εύκολα στα σύγχρονα ελληνικά μυθιστορήματα που συνήθως σφύζουν από χαλαρότητα και ανούσιες λεπτομέρειες. Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.»
Εγώ θα προσθέσω μόνο το κείμενο από το οπισθόφυλλο του βιβλίου ως είθισται.
"Σεπτέμβριος του 1922, κι ενώ ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός εγκαταλείπει τη Μικρασία, μια αποδεκατισμένη μεραρχία χάνει το δρόμο της και περιπλανιέται στην έρημο της Ανατολίας. Καθώς οι ελπίδες για σωτηρία λιγοστεύουν και το ηθικό των στρατιωτών χειροτερεύει, ο ηλικιωμένος διοικητής τους πενθεί ακόμα το θάνατο της συζύγου του, ένα χρόνο νωρίτερα, και βρίσκει παρηγοριά στην αγάπη για τη μυθολογία και στον εθισμό στη μορφίνη. Μια σειρά από κλοπές μένουν ανεξιχνίαστες. Τα μυστηριώδη φεϊγβολάν που κατακρίνουν την εκστρατεία από την αρχή του πολέμου συνεχίζουν να διανέμονται. Κι οι σκέψεις όλων επιστρέφουν όλο και συχνότερα σε ένα ασυγχώρητο έγκλημα που διέπραξε πριν από καιρό η μεραρχία σε μια στιγμή άκρατης οργής. Η τύχη των περιπλανώμενων φαίνεται τελικά να αλλάζει μόλις φτάνουν σε μια μικρή πόλη που μοιάζει να μην την έχει αγγίξει ο πόλεμος. Αλλά η μεραρχία δεν έχει ξεφύγει από τις Ερινύες της. Κι αναπόφευκτα τις οδηγεί σε αυτόν τον επιφανειακά ειδυλλιακό τόπο, με μοιραίες συνέπειες για στρατιώτες και ντόπιους."
7 Comments:
ΑΒΕΛ
Το βιβλίο λεγόταν "Μικρές ατιμίες" και κυκλοφόρησε το 2003 από τις ίδιες εκδόσεις. Θα έλεγα ότι στη λογοτεχνία όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι. Πάντως τα βιβλία του είναι πολύ καλύτερα από άλλα και πράγματι πιστέυω ότι έχει μια σφιχτή αφηγηματική δεινότητα. Αλλά περί ορέξεως...
Ο "Λαβύρινθος"θεωρώ ότι είναι καλύτερος από τις "Μικρές ατιμίες".Ο συγγραφέας πλασάρεται στο εξωτερικό ως ο Έλληνας Μάρκες και γνωρίζει κάποια επιτυχία.Δεν είναι κακός αλλά δεν είναι και τίποτα το ιδιαίτερο.Πιστεύω πάντως ότι το βιβλίο αξίζει να διαβαστεί,διότι η ιστορία (αν και χιλιοειπωμένη)είναι γοητευτικότατη.
librofilo
υμφωνώ μαζί σου γι' αυτό και δημοσίευσα το κριτικό σημείωμα. Πιστεύω ότι βιάστηκε μετά τις "Μικρές ατιμίες" να εκδώσει πάλι. Αν το είχε κρατήσει λίγο θα ήταν εξαιρετικό. Αλλά άντε να κρατήσεις έναν συγγραφέα όταν θέλει να βγάλει κάτι. Αυτό έχω καταλάβει από την μικρή πείρα μου.
Τον "Λαβύρινθο" τον διάβασα πέρσι το καλοκαίρι και η αλήθεια είναι ότι μου άρεσε υπερβολικά. Ωστόσο κράτησα κάποιες επιφυλάξεις για τον Καρνέζη. Φέτος το καλοκαίρι διάβασα και τις "Μικρές Ατιμίες", ένα εξαιρετικό βίβλίο και πλέον με βεβαιότητα θεωρώ τον Πάνο Καρνέζη ως έναν από τους κορυφαίους σύγχρονους Έλληνες συγραφείς.
mavroforos
Εκτιμώ το πάθος να υπερασπίζεται κάποιος τις προτιμήσεις του. Κορυφαίο δεν θα τον αποκαλούσα. Άξιο αφηγητή σίγουρα ναι. Περιμένω το επόμενό του, ελπίζω όχι πολύ σύντομα. Αυτό επιτρέψτε μου να το λέω αγαπητέ.
Εμένα πάλι ο Καρνέζης με τρόμαξε τόσο που διαφημίσθηκε στο πρώτο βιβλίο. Ισως και να αδικήθηκε γι'αυτό. Εχουμε καταντήσει να είμαστε τόσο επιφυλακτικοί σε βάρος συχνά του συγγραφέα. Ιδίως στα βιβλία των "Ελληνικών Γραμμάτων" γίνομαι ακόμη πιο επιφυλακτική. Κρίμα.
eleni63
Αγαπητή μου φίλη να ξέρατε πόσο λυπάμαι που δυστυχώς είμαι αναγκασμένος να... συμφωνήσω μαζί σας! Χαίρομαι όμως που τα είπαμε.
Post a Comment
<< Home